Τα στοιχεία για την εξοικείωση των Ελλήνων με τα τυχερά παιχνίδια, και ειδικότερα με τα παράνομα, προκαλούν σοβαρό προβληματισμό.
Σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα, ένας στους δέκα Έλληνες συμμετείχε σε παράνομα στοιχήματα και καζίνο το προηγούμενο έτος.
Συγκεκριμένα, η μελέτη της Kapa Research, που πραγματοποιήθηκε για λογαριασμό της Επιτροπής Εποπτείας και Ελέγχου Παιγνίων (ΕΕΕΠ), καταδεικνύει ότι περίπου 800.000 πολίτες (9,5%) συμμετείχαν σε τουλάχιστον μία παράνομη στοιχηματική δραστηριότητα το 2024, ξοδεύοντας το εξαιρετικά υψηλό ποσό των 1,67 δισεκατομμυρίων ευρώ.
Αυτό το ποσό δεν παρουσιάζει ουσιαστική διαφορά σε σχέση με τα προηγούμενα έτη, ωστόσο είναι ανησυχητικό τόσο από οικονομική όσο και από κοινωνική σκοπιά, καθώς δείχνει την αυξανόμενη εξοικείωση των Ελλήνων με τα μη αδειοδοτημένα παιχνίδια.
Ο μέσος Έλληνας παίκτης δαπάνησε 2.089 ευρώ το 2024 σε παράνομα δίκτυα, χωρίς να υπολογίζονται τα κέρδη που ενδεχομένως επανεπενδύθηκαν.
Τα χρήματα αυτά ξοδεύτηκαν κυρίως στο στοίχημα (50,20%), ενώ ακολούθησαν τα επιτραπέζια παιχνίδια (49,01%) και τα φρουτάκια (38,63%).
Ειδικά ανησυχητικό είναι το γεγονός ότι το 52,2% των παικτών είναι κάτω των 44 ετών, με την ομάδα ηλικίας 18-34 ετών να καταγράφει τη μεγαλύτερη συμμετοχή, κυρίως διαδικτυακά.
Οι νέοι επιλέγουν παράνομες ιστοσελίδες λόγω της ευκολίας πρόσβασης, της ανωνυμίας και των υψηλότερων αποδόσεων.
Αντίθετα, οι μεγαλύτεροι σε ηλικία παίκτες φαίνεται να προτιμούν πιο ασφαλείς και νόμιμες λύσεις, είτε με αδειοδοτημένες στοιχηματικές εταιρίες είτε μέσω επίγειων πρακτορείων.
Ένα άλλο ανησυχητικό εύρημα είναι ότι περίπου το 3% των ατόμων που ασχολούνται με τον τζόγο αναπτύσσουν εθισμό.
Παράλληλα, τα ποσά που διακινούνται στους παράνομους τυχερούς χώρους είναι σχεδόν ισοδύναμα με εκείνα που περνούν μέσω των νόμιμων δίκτυων.
Αντιμέτωπη με αυτή την κατάσταση, η ΕΕΕΠ προτείνει τη δημιουργία νέας δομής για την καταπολέμηση του παράνομου τζόγου, στοχεύοντας στην ενίσχυση των προσπαθειών για την αποτελεσματική καταπολέμηση ενός φαινομένου που πλήττει τη ελληνική κοινωνία και οικονομία.
Πηγή: VoiceNews.gr