Άρθρο στο αμερικανικό περιοδικό της Gonul Tol, συγγραφέας του βιβλίου «Ο πόλεμος του Ερντογάν: Ο αγώνας ενός ισχυρού άνδρα στην πατρίδα του και στη Συρία» – Θεωρεί πως οι Κούρδοι θα έχουν την τύχη που έχουν οι Τίγρεις αυτονομιστές του Ταμίλ
Τον κώδωνα του κινδύνου, ότι «οι αυταρχικοί ηγέτες –είτε πρόκειται για πραγματικούς δικτάτορες είτε για ισχυρούς άνδρες που ηγούνται ελαττωματικών δημοκρατιών– σπάνια επιλύουν εθνοτικές συγκρούσεις», κρούει για τους Κούρδους η διευθύντρια του Τουρκικού Προγράμματος του Ινστιτούτου Μέσης Ανατολής / Συγγραφέας του βιβλίου «Ο πόλεμος του Ερντογάν: Ο αγώνας ενός ισχυρού άνδρα στην πατρίδα του και στη Συρία» Gonul Tol, με άρθρο της στο αμερικανικό περιοδικό Foreign Policy.
Η Γκονούλ Τολ προειδοποιεί ότι συχνά τις παγώνουν ή τις καταστέλλουν, παρακάμπτουν τις βαθιές αιτίες και χρησιμοποιούν την ανεπίλυτη σύγκρουση ως δικαιολογία για να ενισχύσουν την εξουσία τους. Το αποτέλεσμα σπάνια είναι η ειρήνη – απλώς αναβάλλεται η αστάθεια, υπογραμμίζει.
Ως προειδοποιητικό παράδειγμα για τον τρόπο με τον οποίο τέτοιοι ηγέτες διαχειρίζονται τις εθνοτικές συγκρούσεις, αναφέρει τη στρατιωτική ήττα των αυτονομιστών Τίγρων του Ταμίλ (Απελευθερωτικοί Τίγροι του Ταμίλ Ιλάμ, LTTE) στη Σρι Λάνκα. Από τη δεκαετία του 1980, η LTTE αγωνιζόταν για μια πατρίδα των Ταμίλ ως απάντηση στη βαθιά ριζωμένη διάκριση από την πλειοψηφία των Σινχαλέζων της χώρας, και ιδίως στην καταπίεση της γλώσσας και της θρησκείας. Η βίαιη σύγκρουση στοίχισε τη ζωή σε περισσότερους από 80.000 ανθρώπους. Τον Μάιο του 2009, η κυβέρνηση κήρυξε τη νίκη και η LTTE ανακοίνωσε ότι θα καταθέσει τα όπλα. Αν και τα όπλα σίγησαν, η καταστολή συνεχίστηκε. Η μεταπολεμική περίοδος χαρακτηρίστηκε από συνεχείς απειλές και καταχρήσεις εναντίον των επικριτών του τότε προέδρου της Σρι Λάνκα, Μαχίντα Ρατζαπάκσα, τόσο Ταμίλ όσο και Σινχαλέζων. Ο Ρατζαπάκσα εκμεταλλεύτηκε τη νίκη για να εδραιώσει την εξουσία του, να ενισχύσει την εικόνα του ως Σινχαλέζου-Βουδιστή εθνικιστή και να υπονομεύσει τη δημοκρατία. Κέρδισε πρόωρες εκλογές το 2010, κατάργησε τους περιορισμούς στη θητεία του προέδρου και διόρισε μέλη της οικογένειάς του σε βασικά υπουργεία, υπογραμμίζει.
Στο άρθρο της η ειδική για θέματα Τουρκίας προειδοποιεί ότι τους Κούρδους της Τουρκίας περιμένει μια παρόμοια μοίρα με αυτήν που είχαν οι Ταμίλ, καθώς εισέρχονται σε αυτό που αποκαλούν «ειρηνευτική διαδικασία» με τον ισχυρό άνδρα της χώρας.
Η ίδια η διατύπωση προμηνύει προβλήματα: ο Ερντογάν παρουσιάζει τις συνομιλίες με τον Οτσαλάν ως μέτρο καταπολέμησης της τρομοκρατίας, ενώ οι φιλοκουρδικοί ηγέτες τις βλέπουν ως δρόμο για την ικανοποίηση των δημοκρατικών αιτημάτων.
Η ασυμφωνία αυτή αντικατοπτρίζει την κατάσταση στη Σρι Λάνκα, όπου ο Ρατζαπάκσα χρησιμοποίησε τη λεγόμενη ειρήνη για να εδραιώσει την εξουσία του, όχι για να την μοιραστεί.
Όπως προειδοποιεί, ο Ερντογάν χρησιμοποιεί τις συνομιλίες με τον Οτσαλάν όχι για να επιλύσει το κουρδικό ζήτημα, αλλά για να ενισχύσει την εξουσία του.
Ειδικότερα, επιχειρηματολογεί ότι οι συνομιλίες με τον Οτσαλάν έχουν ήδη εξυπηρετήσει έναν από τους βασικούς στόχους του Ερντογάν: τη διάσπαση της αντιπολίτευσης. Πολλοί πρώην υποστηρικτές του διαλόγου με τους Κούρδους θεωρούν πλέον τις συνομιλίες ως την τελική κίνηση του Ερντογάν πριν κατακτήσει την πλήρη αυτοκρατία. Κατηγορούν το φιλοκουρδικό κόμμα ότι παίζει το παιχνίδι του, υπονομεύοντας την υποστήριξη για τα δημοκρατικά αιτήματα των Κούρδων, ακόμη και μεταξύ των φιλελεύθερων. Σημειώνει ότι καθ’ όλη τη διάρκεια της διακυβέρνησής του, ο Ερντογάν έχει επανειλημμένα εκμεταλλευτεί το κουρδικό ζήτημα για να συγκεντρώσει την εξουσία.
Για χρόνια, ο Ερντογάν εκμεταλλεύτηκε το κουρδικό ζήτημα ως πολιτικό εργαλείο, άλλοτε με την υπόσχεση της ειρήνης, άλλοτε με την κήρυξη του πολέμου. Ο στόχος δεν ήταν ποτέ η επίλυση της σύγκρουσης, αλλά η εδραίωση της εξουσίας, τονίζει.
Ακτινογραφώντας τη σημερινή κατάσταση, παρατηρεί ότι ο Ερντογάν βρίσκεται σε ένα άλλο σταυροδρόμι. Τα χρόνια της σύγκρουσης τον βοήθησαν να οικοδομήσει ένα αυταρχικό καθεστώς, αλλά το ισχύον σύνταγμα του απαγορεύει να θέσει ξανά υποψηφιότητα το 2028. Η λύση του; Ένα νέο σύνταγμα που θα καταργεί τους περιορισμούς θητείας. Και για να το πετύχει, χρειάζεται τις φιλοκουρδικές ψήφους στο κοινοβούλιο. Αυτό είναι το πραγματικό κίνητρο πίσω από την επανέναρξη των συνομιλιών με τον Οτζαλάν.
Απευθυνόμενη στους Κούρδους της Τουρκίας, λέει ότι το σαφές ιστορικό του Ερντογάν δεν πρέπει να αφήνει περιθώρια για αυταπάτες. Ο Ερντογάν δεν επιδιώκει την ειρήνη, αλλά τη διατήρηση της εξουσίας του, προειδοποιεί.
Καταλήγει εκτιμώντας πως αν ο Ερντογάν υλοποιήσει το σχέδιό του με την υποστήριξη των Κούρδων, το μακροπρόθεσμο κόστος για τους Κούρδους θα είναι τεράστιο: βαθύτερη απομόνωση και νέα αντίδραση ενάντια στις νόμιμες απαιτήσεις τους, ακόμη και μετά την αποχώρηση του Ερντογάν από την πολιτική σκηνή. «Ο τελικός στόχος του Ερντογάν είναι να αφαιρέσει ακόμη και το πιο θεμελιώδες δημοκρατικό δικαίωμα να επιλέγουμε ποιος θα μας κυβερνά».
Πηγή: newsbomb.gr